Η Καΐτσα υπήχθη στο δήμο Ταμασίου, που συστήθηκε μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους (1881). Ο δήμος Ταμασίου ανήκε στην επαρχία Καρδίτσας του Νομού Τρικάλων. Ήτο δήμος Γ΄τάξεως, αφού οι κάτοικοί του δεν υπερέβαιναν τις 2 χιλιάδες ενώ οι δήμοι Α΄τάξεως είχαν από 10 χιλιάδες και πάνω και οι Β΄τάξεως από 2 έως 10 χιλιάδες κατοίκους.
  Η ίδρυση του δήμου έγινε το 1883 (Β.Δ…. ΦΕΚ 126/2.4.1883) και διαλύθηκε το 1912 με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Δημητρίου Αθαν.Καπάλα, που στηρίχθηκε στο Νόμο ΔΝΖ (ΦΕΚ 58/14.2.1912). Ο Καπάλας όμως ως τελευταίος δήμαρχος κράτησε την Αρχή μέχρι το 1914.
  Ο δήμος πήρε το όνομά του από το όρος Ταμασός (σήμερα Κατάχλωρον) ύψους 984 μέτρων, που βρίσκεται πάνω από το χωριό Ανάβρα. Στο δήμο αυτό ανήκαν δέκα χωριά : 1) η Δρανίστα (Κτιμένη) με 242 κατοίκους, 2) το Ασλανάρι (Λεοντάρι) με 239 κατ., 3) η Καΐτσα (Μακρυρράχη) με 438 κατοίκους, 4) η Πάπα (Μεσοχώρα) με 85 κ., 5) η Μπαλαμπανή (Ασημοχώρι) με 86 κ., 6) το Αμαρλάρι (Αχλαδιά) με 186 κ., 7) το Τσαμάσι (Ανάβρα) με 68 κ., 8) το Χαλαμπρέζι (Κέδρος) με 272 κ., 9) το Χαϊχαλί με 75 κ., που συγχωνεύθηκε αργότερα με το Αμαρλάρι και 10) το Χατζηεμήρ με 70 κατοίκους που συγχωνεύθηκε αργότερα με το Ασλανάρι.
  Συνολικός πληθυσμός του δήμου 1762 κάτοικοι. Η σύνθεση των δήμων Γ' τάξεως ήταν σύμφωνα με το Διάταγμα (ΦΕΚ 96/16.3.1883) ένας δήμαρχος, δύο δημαρχιακοί πάρεδροι και οκτώ δημοτικοί σύμβουλοι. Από το Φθινόπωρο του 1881 μέχρι 29 Μαΐου 1883 καμία δημοτική διοίκηση δεν υπήρχε στα χωριά μας. Οι πρώτες δημαρχιακές εκλογές ορίσθηκαν στις 29 Μαΐου 1883 με Βασ.Δ/γμα (ΦΕΚ 129/5.4.1883). Η ψηφοφορία γινόταν με σφαιρίδια, τα λεγόμενα «δραμάρια».
  Ως έδρα του δήμου Ταμασίου ορίσθηκε η Δρανίστα κατ' αρχάς. Αργότερα όμως λόγω διενέξεων μεταξύ Καΐτσης και Δρανίστας ορίσθηκε η Δρανίστα ως έδρα για το καλοκαίρι και το Ασλανάρι για το χειμώνα. Ως δήμαρχοι εκλέγονταν δυναμικές προσωπικότητες των τριών μεγαλύτερων χωριών (Δημόπουλος από τη Δρανίστα, Καπαλαίοι από την Καΐτσα και Μακρής από το Ασλανάρι).



Απόσπασμα από τη μελέτη του κ. Δημητρίου Γ. Κουτρούμπα (Διδάκτορα Ιστορίας, Γεν. Επιθεωρητή Μ.Ε.).
Το 1992 στον 5ο τόμο της εκδόσεως «ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΔΟΜΟΚΟΥ».